маскироваться - translation to γαλλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

маскироваться - translation to γαλλικά


маскироваться      
1) se camoufler; se masquer ( тж. перен. ); se déguiser, se travestir ( переодеваться )
2) страд. être + part. pas. ( ср. маскировать)
замаскироваться      
см. маскироваться
se masquer      
надевать на себя маску, маскироваться

Ορισμός

маскироваться
несов.
1) а) Одеваться в маскарадный костюм.
б) Надевать на себя маску (1).
2) Скрываться от противника, применяя маскировку.
3) перен. Прятать, скрывать свою истинную сущность посредством чего-л. показного, притворного.
4) Страд. к глаг.: маскировать.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για маскироваться
1. Мы хорошо друг друга знаем, маскироваться бессмысленно.
2. Может ли аллергия весной маскироваться под простуду?
3. Как он умудрялся маскироваться столько лет, непонятно.
4. Жертва может лишь маскироваться, меняя внешность.
5. Суда террористов могут маскироваться под пиратские.